Δευτέρα 30 Μαρτίου 2015

Λίγο πριν την αναχώρηση για το Μόναχο



Το Μόναχο  είναι πόλη της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας και πρωτεύουσα του ομόσπονδου κράτους της Βαυαρίας. Είναι χτισμένη στις όχθες του Ίζαρ, ενός από τους μεγαλύτερους παραποτάμους του επάνω ρου του Δούναβη. Μετά το Βερολίνο και το Αμβούργο είναι η τρίτη μεγαλύτερη πόλη της Γερμανίας σε πληθυσμό και αποτελεί σημαντικό κόμβο συγκοινωνιών, οδικών, σιδηροδρομικών και εναέριων μεταφορών. Το Μόναχο είναι ένας δημοφιλής τόπος προορισμού τουριστών και έχει περιγραφεί ως "μυστική πρωτεύουσα" της Γερμανίας. Η πόλη είναι χωρισμένη σε 12 διαμερίσματα. Η Παλαιά Πόλη περιβάλλεται από τον Άλτστατρινγκ ενώ ευρύτερη περιοχή περικλείει ο Μίτλερερ Ρινγκ. Η μετάβαση στην ευρύτερη περιφέρεια της πόλης γίνεται με τον προαστιακό σιδηρόδρομο, γνωστό ως S-Bahn. Στο κέντρο του Μονάχου οι αρχιτεκτονικοί ρυθμοί εναλλάσσονται, ενώ παράλληλα η καθεμιά από τις πέντε περιοχές του χαρακτηρίζεται από τη δική της ιδιαίτερη ατμόσφαιρα. Στη Μαρίενπλατς και την Παλαιά Πόλη έχουν αφήσει τα αποτυπώματά τους οι αρχιτεκτονικοί ρυθμοί του παρελθόντος. Οι μεγάλες λεωφόροι Ludwigstrasse/Leopoldstrasse χαρακτηρίζουν το βόρειο τμήμα της πόλης, όπου βρίσκονται οι γραφικές περιοχές του Σβάμπινγκ και του Αγγλικού Κήπου. Το Μάξφορστατ, στα βορειοανατολικά, φιλοξενεί, μεταξύ άλλων, μουσεία και πινακοθήκες. Μερικά από τα αξιοθέατα που μπορεί να συναντήσετε είναι:
 Άζαμκιρχε (γνωστή και ως Εκκλησία του Αγίου Ιωάννη Νέπομουκ)

Allianz Arena (είναι ποδοσφαιρικό γήπεδο στο Μόναχο της Γερμανίας)


  Olympiapark

Otto König von Griechenland Museum στο προάστιο Οττομπρούν 
(μουσείο του Βασιλιά της Ελλάδας Όθωνα)

Βάνια Ζαχαρή

Τα Φυλακισμένα Μνήματα


Η Κύπρος δεν είναι μόνο οι εκπληκτικές της παραλίες ,δεν είναι μόνο τα παραδοσιακά της χωριά που έχουν άρωμα αυθεντικής Ελλάδας ,της Ελλάδας που νοσταλγούμε και κρατάμε στην ψυχή μας με την αθωότητα των παιδικών μας χρόνων. Κύπρος είναι και τα φυλακισμένα μνήματα.

Φυλακισμένα Μνήματα είναι η ονομασία ενός κοιμητηρίου το οποίο βρίσκεται στις Κεντρικές Φυλακές της Λευκωσίας όπου οι Βρετανοί έθαβαν τους απαγχονισμένους κατά την διάρκεια του ενωτικού απελευθερωτικού αγώνα του 1955-1959 για την απαλλαγή της Κύπρου από το Βρετανικό ζυγό και την ένωσή της με την κυρίως Ελλάδα. Το κοιμητήριο κατασκευάστηκε από τους Βρετανούς επί κυβερνήτη Τζων Χάρντιγκ. Σχεδιάστηκε σαν ένας περιτοιχισμένος μικρός χώρος δίπλα από τα κελιά των μελλοθανάτων και την αγχόνη, περιτριγυρισμένος από ψηλούς τοίχους με τεμάχια γυαλιών στο πάνω μέρος τους. Έμεινε στην ιστορία με την ονομασία "Φυλακισμένα Μνήματα". Οι Βρετανοί αποφάσισαν να θάβουν εκεί όσους εκτελούνταν για την δράση τους στον απελευθερωτικό αγώνα όπως και ηγετικές μορφές της Εθνικής Οργάνωσης Κυπρίων Αγωνιστών (Ε.Ο.Κ.Α.) που σκοτώνονταν σε μάχες για να μη μετατρέπονται οι κηδείες τους σε μαζικά συλλαλητήρια και μαχητικές διαδηλώσεις .

Στα Φυλακισμένα Μνήματα είναι θαμμένοι δεκατρείς αγωνιστές της Ε.Ο.Κ.Α., από τους οποίους οι εννιά εκτελέστηκαν με απαγχονισμό στις φυλακές, τρεις έπεσαν στο πεδίο της μάχης και ένας πέθανε σε στρατιωτικό νοσοκομείο, μετά τον τραυματισμό του σε μάχη. Το μοναδικό τους έγκλημα ήταν η δίψα τους για ελευθερία.

Οι ηρωομάρτυρες της αγχόνης, παρά τα φρικτά βασανιστήρια που βίωναν, δε λύγισαν. Ακόμα και όταν έφτανε η κρίσιμη ώρα του θανάτου τους εκείνοι βάδιζαν αγέρωχοι προς την αγχόνη ψάλλοντας τον Εθνικό Ύμνο.

Η κηδεία γινόταν αμέσως μετά τον απαγχονισμό. Μοναδική παρουσία ήταν εκείνη του ιερέα των φυλακών που έψαλλε τη νεκρώσιμη ακολουθία έξω από την κλειστή είσοδο του κοιμητηρίου. Ύστερα οι Βρετανοί τους έθαβαν, χωρίς να παρευρίσκεται κανένας συγγενής των νεκρών ή άλλος Ελληνοκύπριος. Οι συγγενείς των νεκρών μπόρεσαν να επισκεφθούν τους τάφους μόνο μετά το τέλος του αγώνα.

Στα Φυλακισμένα Μνήματα αναπαύονται ακόμα τέσσερις αγωνιστές της Ε.Ο.Κ.Α οι οποίοι έπεσαν μαχόμενοι. Οι Άγγλοι αρνήθηκαν να δώσουν τις σορούς των ηρώων στις οικογένειές τους, φοβούμενοι τις λαϊκές εκδηλώσεις κατά την κηδεία τους.

Τα ονόματά τους είναι τα εξής:
Μάρκος Δράκος
Γρηγόρης Αυξεντίου
Στυλιανός Λένας
Κυριάκος Μάτσης

Σε τέσσερις τάφους οι Βρετανοί έθαψαν  8 νεκρούς για εξοικονόμηση χώρου. Τα ονόματά τους είναι τα εξής ( σε κάθε τάφο βρίσκονται ανά δύο) :
Ανδρέας Δημητρίου και Στυλιανός Λένας
Ανδρέας Ζάκος και Κυριάκος Μάτσης
Ανδρέας Πανγήδης και Μιχαήλ Κουτσόφτας
Γρηγόρης Αυξεντίου και Ευδαγόρας Παλληκαρίδης

Όταν τελείωσε ο αγώνας τα Φυλακισμένα Μνήματα έγιναν τόπος προσκυνήματος και αντίστασης κατά της βίας και της τρομοκρατίας, ναός της ελευθερίας θεμελιωμένος στα κόκαλα των αθάνατων παλικαριών της Ε.Ο.Κ.Α. Την αθανασία τους δηλώνει η επιγραφή στον τοίχο του βάθους του κοιμητηρίου:

‘’Τ΄ αντρειωμένου ο θάνατος, θάνατος δε λογιέται’’.


Ο τύμβος της Μακεδονίτισσας





Η Βενετοκρατία στην Κύπρο


Η κατάκτηση της Κωνσταντινούπολης από τους Οθωμανούς  σηματοδότησε το τέλος του Μεσαίωνα, και για την Κύπρο τη μετάβαση από τους Φράγκους στην Βενετική αυτοκρατορία, σε μια εποχή που οι Οθωμανοί άρχιζαν να απειλούν τη δυτική και την ανατολική Ευρώπη, αφού είχαν ήδη κατακτήσει το μεγαλύτερο μέρος της Ελλάδας και των Βαλκανίων. Η βενετική κατοχή αρχίζει επίσημα στις 13 Μαρτίου 1489, όταν υψώνεται για πρώτη φορά στο φρούριο της Αμμοχώστου η σημαία της «Γαληνοτάτης Δημοκρατίας» της Βενετίας. Η περίοδος αυτή υπήρξε χειρότερη για το λαό της Κύπρου από εκείνη της Φραγκοκρατίας.

Η βενετική εμπορική και πολιτική πίεση αποδείχθηκε ισχυρή. Οι πανούργοι Βενετοί φρόντισαν ώστε μία Βενετή ευγενής, η Αικατερίνη Κορνάρο, να παντρευτεί τον Ιάκωβο Β ́ . Σε περίπτωση που αυτός πέθαινε άτεκνος, η Κύπρος θα περνούσε στην κυριότητα της Βενετίας. Γεννήθηκε ένας γιος, αλλά πέθανε σε αρκετά μικρή ηλικία, και η Κύπρος βρέθηκε υπό τον έλεγχο της Βενετίας, η οποία πήρε τελικά το νησί υπό την κατοχή της όταν η Αικατερίνη παραιτήθηκε το 1489. Όταν η Βενετία ανέλαβε επίσημα τον έλεγχο της Κύπρου, μεγάλο μέρος της ηπειρωτικής Ελλάδας βρισκόταν ήδη υπό τον οθωμανικό ζυγό για περίπου εκατό χρόνια. Η άμυνα της Μεσογείου είχε περάσει στη Βενετία, η οποία εξαιτίας της οθωμανικής απειλής επένδυσε πάρα πολλά στην οχύρωση της Κύπρου.

Από τη στιγμή που οι Βενετοί καταλαμβάνουν την Κύπρο, ξεκινούν μια προσπάθεια αναγνώρισης της εξουσίας τους από το Σουλτάνο της Αιγύπτου προς τον οποίο η Κύπρος πλήρωνε φόρο υποτέλειας.

Ο Σουλτάνος αναγνωρίζει τελικά την εξουσία των Βενετών στο νησί,  με αντάλλαγμα την καταβολή φόρων αυτόν. To καθεστώς αυτό συνεχίστηκε ως το 1517, οπότε και η Αίγυπτος πέφτει στα χέρια των Οθωμανών. Η τουρκική απειλή για την Κύπρο ήταν συνεχής καθόλη τη διάρκεια της Βενετοκρατίας, όμως οι Τούρκοι Ανέβαλλαν την κατάκτηση του νησιού γιατί:

1.οι Βενετοί είχαν έντονη διπλωματική δραστηριότητα.
2.τα κύρια οικονομικά συμφέροντα των Τούρκων εξασφαλίζονταν με τη διατήρηση ευνοούμενων επαφών με τη Βενετία.

Η τουρκική απειλή ήταν εντονότερη μετά την κατάληψη της Ρόδου(1522) από τους Τούρκους. Η Κύπρος παραμένει το μοναδικό χριστιανικό προπύργιο στην Ανατολή. Τότε ακριβώς ξεκινούν οι Βενετοί μια προσπάθεια ενίσχυσης της άμυνας του νησιού και με βάση εισηγήσεις αρχιτεκτόνων,  που ήρθαν από τη Βενετία γι’ αυτόν το σκοπό,  κτίζονται τα νέα τείχη της Λευκωσίας,  ενώ παράλληλα ενισχύονται τα τείχη της Αμμοχώστου. Ο Σουλτάνος Σελίμ Β ́, λίγο μετά την άνοδό του στο θρόνο (1566),  αναθέτει στον αρχιστράτηγο και τον αρχιναύαρχο  την ευθύνη της εκστρατείας εναντίον της Κύπρου. Μετά την απόρριψη του τουρκικού τελεσιγράφου (1570) από τους Βενετούς,  αρχίζει η τουρκική επίθεση κατάληψης της Κύπρου.  Ο Μουσταφά υποτάσσει τελικά εύκολα την Κύπρο,  εκτός από την πόλη της Λευκωσίας και της Αμμοχώστου, που προβάλλουν αντίσταση.

Οι Βενετοί εγκαθίδρυσαν στο νησί ισχυρή τοπική κυβέρνηση, υπό τον έλεγχο της Βενετίας, προκειμένου να λαμβάνονται γρήγορες και υπεύθυνες αποφάσεις. Στην Κυπρο εφάρμοσαν το διοικητικό σύστημα που εφάρμοζαν σε όλες τις αποικίες τους διατηρώντας όμως και στοιχεία των Λουζινιανών. Στην κορυφή του διοικητικού συστήματος βρισκόταν ο τοποτηρητής, που είχε τη θέση αντιβασιλέα. Ο Τοποτηρητής μαζί με δύο Συμβούλους ασκούσαν όλες τις εξουσίες, που επί Φραγκοκρατίας ασκούσαν ο βασιλιάς και η Υψηλή Αυλή, εκτός από τη νομοθετική που την ασκούσε το Μεγάλο Συμβούλιο της Βενετίας. Το Μεγάλο Συμβούλιο της Βενετίας εξέλεγε για δύο χρόνια τους τρεις πιο πάνω αξιωματούχους και τους ασκούσε έλεγχο. Αμέσως μετά στη διοικητική ιεραρχία ήταν ο Καπιτάνος της Αμμοχώστου, ο οποίος ήταν ο αρχηγός τους στρατού σε καιρό ειρήνης, ενώ παράλληλα ασκούσε και διοικητικές εξουσίες αλλά και δικαστικές στην περιοχή της Αμμοχώστου.

Την οικονομία του κράτους διαχειρίζονταν δύο ταμίες – ευγενείς, που στέλλονταν από τη Βενετία.Διατηρείται επί Βενετοκρατίας το αξίωμα του Βισκόντη της Λευκωσίας και της Αμμοχώστου, αξίωμα το οποίο υπήρχε από την εποχή των Λουζινιανών. Ο Βισκόντης ασκούσε αστυνομικά καθήκοντα στις περιοχές όπου οριζόταν.

Επιπλέον κατά την περίοδο της Βενετοκρατίας ο αγροτικός πληθυσμός, πάροικοι και φραγκομάτοι, αποτελούσαν το 85% του συνολικού πληθυσμού. Ιδιαίτερα άθλια ήταν η κατάσταση των παροίκων που ήταν υποχρεωμένοι σε καταναγκαστική εργασία (αγγαρεία) στα κτήματα των φεουδαρχών για ορισμένο αριθμό ημερών, ενώ κατέβαλλαν χρηματικά ποσά αλλά και μέρος της παραγωγής τους στους φεουδάρχες τους. Οι φραγκομάτοι είχαν λιγότερες υποχρεώσεις από τους παροίκους, γι’ αυτό και η κατάστασή τους ήταν λιγότερο άθλια. Η εξαθλίωση του αγροτικού πληθυσμού επιδεινωνόταν από Η περίοδος της Βενετοκρατίας ήταν περίοδος παρακμής των ελληνικών γραμμάτων στην Κύπρο. Επικρατούσε αμάθεια ανάμεσα στον αγροτικό πληθυσμό, γιατί οι
Βενετοί έκλεισαν τα λιγοστά ελληνικά σχολεία που λειτουργούσαν από την περίοδο της Φραγκοκρατίας. Μοναδική εξαίρεση αποτελούσε η ελληνική σχολή που ίδρυσε ο Ιάκωβος Διασσωρινός, Κρητικός στην καταγωγή, που εγκαταστάθηκε στη Λευκωσία. Στη σχολή αυτή φοιτούσαν μαθητές από όλες τις κοινωνικές τάξεις του λαού και προκαλούσε τον ενθουσιασμό των Ελλήνων και τόνωνε το εθνικό τους φρόνημα. Τελικά οι αρχές συνέλαβαν τον Ιάκωβο Διασσωρινό και τον εκτέλεσαν το 1562.


Αρχαιολογικό μουσείο Λευκωσίας


Το πρώτο αρχαιολογικό μουσείο της Λευκωσίας τι στεγάζεται σε ένα κτίριο στην οδό Βικτωρίας στην παλιά Λευκωσία, στο κατεχόμενο τμήμα της πόλης. Ιδρύθηκε το 1888 ως ιδιωτική επιχείρηση και ίδρυμα για την προστασία των ευρημάτων.

Στην Αίθουσα Ι παρουσιάζεται η νεολιθική και χαλκολιθική περίοδος. Η αίθουσα αυτή αναδιοργανώθηκε πρόσφατα σύμφωνα με τα νέα ανασκαφικά δεδομένα, τα οποία διαφοροποίησαν την εικόνα που είχαμε για τη νεολιθική Κύπρο. Εκτίθενται εργαλεία, σκεύη, κοσμήματα, ειδώλια και άλλα αντικείμενα αντιπροσωπευτικά της νεολιθικής και χαλκολιθικής περιόδου της Κύπρου. Στην κεντρική προθήκη εκτίθεται ένα εξαιρετικά ενδιαφέρον σύνολο ευρημάτων, το οποίο αποτελεί μια από τις πρωϊμότερες ενδείξεις λατρείας στο νησί. Η έκθεση συνοδεύεται από φωτογραφικό υλικό.

Οι δύο επόμενες αίθουσες είναι αφιερωμένες στην κεραμική. Τα ευρήματα είναι ταξινομημένα με χρονολογική σειρά. Στην Αίθουσα ΙΙ εκτίθενται δείγματα από την πλούσια συλλογή κεραμικής της Πρώιμης Εποχής του Χαλκού. Η εποχή αυτή έχει να επιδείξει μια από τις κορυφαίες στιγμής της παγκόσμιας κεραμικής. Εκτίθενται τόσο πήλινα ομοιώματα ιερών, αντικειμένων, κ.ά. 

Στην Αίθουσα ΙΙΙ παρουσιάζονται δείγματα της κεραμικής από τη Μέση και Ύστερη Εποχή του Χαλκού, την αρχαϊκή, κλασική, ελληνιστική και τη ρωμαϊκή περίοδο. Εκτός από την επιτόπια παραγωγή παρουσιάζονται και αρκετά δείγματα της εισηγμένης κατά περίοδο κεραμικής. Έτσι μπορεί ο επισκέπτης να παρακολουθήσει, τόσο την εξέλιξη της επιτόπιας παραγωγής όσο και της εισηγμένης. Όσον αφορά την τελευταία, παρουσιάζονται δείγματα μυκηναϊκής, μινωικής, φοινικικής, και αττικής κεραμικής, καθώς και αγγεία από φαγεντιανή. Ο  τρόπος έκθεσης  είναι τέτοιος ώστε να μπορεί ο επισκέπτης να αντιλαμβάνεται και το πώς επηρεάζει κατά περιόδους η εισηγμένη κεραμική την επιτόπια.

Στην Αίθουσα IV, σε ειδικά διαρρυθμισμένη προθήκη, εκτίθενται πήλινα ειδώλια και αγάλματα που προέρχονται από το εξαιρετικά σημαντικό αρχαϊκό ιερό της Αγίας Ειρήνης, στη βόρεια ακτή του νησιού. Το ιερό ανασκάφηκε στα 1929 από τη Σουηδική Αποστολή. Τα ειδώλια βρέθηκαν γύρω από ένα λίθο, ο οποίος ήταν η ανεικονική παρουσία της ανδρικής θεότητας, και απεικονίζουν σχεδόν αποκλειστικά άνδρες, πολεμιστές, κένταυρους και άρματα με πολεμιστές.

Στην Αίθουσα V παρουσιάζεται η χρονολογική εξέλιξη της γλυπτικής στην Κύπρο. Αρχίζοντας από τα αρχαϊκά έργα, που είναι δουλεμένα κυρίως στον ντόπιο μαλακό ασβεστόλιθο, παρατηρούμε αγάλματα με ιωνικές αλλά και με αιγυπτιακές επιδράσεις. Χαρακτηριστικό της συντηρητικότητας της γλυπτικής του νησιού είναι το γεγονός ότι οι Κούροι (όπως και οι Κόρες) της Κύπρου, σε αντίθεση με αυτούς που προέρχονται από άλλους ελληνικούς τόπους, είναι ντυμένοι. Στην κλασική περίοδο παρατηρούμε πλέον την έντονη ελληνική επίδραση, αναγνωρίζουμε ευκολότερα τους ελληνικούς θεούς και παρατηρούμε ότι πολλά αγάλματα είναι δουλεμένα σε εισηγμένο μάρμαρο. Δεν είναι σαφές αν τα μαρμάρινα αγάλματα εισήχθησαν έτοιμα ή αν εισήγαγαν την πρώτη ύλη και τα λάξευαν εδώ, μιας και είναι γνωστό ότι στην Κύπρο δεν υπάρχει μάρμαρο. Πάντως γνωρίζουμε από τις γραπτές πηγές ότι υπήρχαν αρκετοί Κύπριοι γλύπτες, μερικοί από τους οποίους μάλιστα ήταν ξακουστοί σε ολόκληρο τον αρχαίο ελληνικό κόσμο.

Η ύστερη φάση της κυπριακής γλυπτικής παρουσιάζεται στην Αίθουσα VΙ, όπου εκτίθενται κυρίως μαρμάρινα και ορειχάλκινα  γλυπτά της ελληνιστικής και ρωμαϊκής περιόδου, με κύριο έκθεμα στο κέντρο της αίθουσας το ορειχάλκινο άγαλμα του Ρωμαίου αυτοκράτορα Σεπτήμιου Σεβήρου, το οποίο βρέθηκε στην Κυθραία περί τα τέλη της δεκαετίας του 1920. Η εύρεση του ανάγκασε τις αρχές του Μουσείου να αναζητήσουν συντηρητή στο εξωτερικό, μια και δεν υπήρχαν τότε επαγγελματίες συντηρητές στην Κύπρο.

Η Αίθουσα VΙΙ διαιρείται σε τρεις ενότητες. Το πρώτο της τμήμα είναι αφιερωμένο στην πλούσια και ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα συλλογή μεταλλικών αντικειμένων διαφόρων περιόδων. Εκτίθενται εργαλεία, όπλα και γενικά αντικείμενα καθημερινής χρήσης πάσης φύσεως, από τα απλούστερα μέχρι τα πιο εξειδικευμένα. Μέσα από τα εκθέματα αυτά ο επισκέπτης μπορεί να αντιληφθεί ότι πολλά από τα αντικείμενα που χρησιμοποιούμε ακόμη και σήμερα, είναι πανάρχαια. Εκτίθενται επίσης λατρευτικά αντικείμενα, όπως ο Κερασφόρος Θεός της Έγκωμης, και άλλα καμωμένα από πολύτιμα μέταλλα.

Στην Αίθουσα Χ, η οποία βρίσκεται στα αριστερά της Αίθουσας VΙΙΙ, παρουσιάζεται μια αναδρομή στην εξέλιξη της γραφής στην Κύπρο. Η έκθεση αρχίζει με δείγματα των αρχαιότερων μαρτυριών γραφής στο νησί, της κυπρομινωϊκής γραφής (15ος-11ος αι. π.Χ.), η οποία δεν έχει ακόμη αποκρυπτογραφηθεί. Ακολουθούν δείγματα της κυπροσυλλαβικής γραφής, η οποία αποδίδει την ελληνική γλώσσα και παρουσιάζει μιαν αξιοθαύμαστη επιβίωση στο νησί μέχρι και τον 3ο π.Χ. αιώνα. Παρουσιάζονται επίσης μερικές φοινικικές επιγραφές που βρέθηκαν στην Κύπρο. Τέλος, εκτίθενται δείγματα της ελληνικής αλφαβητικής γραφής. Ενδιαφέρον παρουσιάζουν μερικά αντικείμενα που φέρουν τόσο την κυπροσυλλαβική όσο και την αλφαβητική ελληνική γραφή. 

Ντέλια Γυπαράκη
Ανδρομάχη Σικλαρλή
Ιωάννα Γιάνκο
Δήμητρα Σκολαρίκου




Μια πρώτη γνωριμία με τη Λεμεσό


Η πόλη της Λεμεσού άρχισε να αναφέρεται στην ιστορία κατά την πρώιμη βυζαντινή εποχή με το όνομα Νεάπολις. Κατά τα βυζαντινά χρόνια ήταν έδρα επισκόπου και αναφέρεται με τις ονομασίες Θεοδοσιάς (ή Θεοδοσιανή) και Νέα Πόλις (Νεάπολις), ήταν δε εκείνη που άκμασε ανάμεσα σε δυο σημαντικές αρχαίες πόλεις, την Αμαθούντα και το Κούριον. Μάλιστα η Αμαθούς απαντάται από τα μεσαιωνικά χρόνια εως και σήμερα, με την ονομασία Παλαιά Πόλις. Κατά τη μεσαιωνική περίοδο η Λεμεσός φιλοξένησε το γάμο του Ριχάρδου του Λεοντόκαρδου και της Βερεγγάριας, η οποία αργότερα στέφθηκε βασίλισσα της Αγγλίας, με τη στέψη να γίνεται επίσης στη Λεμεσό. Αργότερα, κατά την περίοδο των Σταυροφοριών, οι Σταυροφόροι ίδρυσαν το αρχηγείο τους στα δυτικά της Λεμεσού, γνωστό σήμερα ως Μεσαιωνικό Κάστρο Κολοσσίου. Αυτό αποτέλεσε και την αρχή της παραγωγής κρασιού στο νησί, κυρίως του γλυκού κρασιού, της Κουμανταριάς, η οποία φέρει το αρχαιότερο όνομα κρασιού στον κόσμο.

Στη Λεμεσό αποβιβάστηκε με τα στρατεύματά του ο βασιλιάς της Αγγλίας Ριχάρδος Ο Λεοντόκαρδος, που κατέλαβε την Κύπρο το 1191. Το 1291 η πόλη δόθηκε από τον τότε Φράγκο βασιλιά της Κύπρου Ερρίκο Β' στους Ναΐτες και Ιωαννίτες ιππότες. Σύντομα όμως οι Ιωαννίτες κατέλαβαν τη Ρόδο και μετέφεραν εκεί την έδρα τους, ενώ το τάγμα των Ναϊτών διαλύθηκε με απόφαση του πάπα. Το 1426 η πόλη καταλήφθηκε και λεηλατήθηκε από τους Σαρακηνούς ενώ κατά καιρούς δέχτηκε και άλλες επιθέσεις από διάφορους εισβολείς.
Μεταξύ των μνημείων της που σώζονται, είναι το μεσαιωνικό φρούριο που είχε κτισθεί τον 12ο ή στις αρχές του 13ου αιώνα. Αν και η παράδοση αναφέρει ότι στο φρούριο αυτό τέλεσε τους γάμους του ο Ριχάρδος ο Λεοντόκαρδος με τη Βερεγγάρια της Ναββάρας, αυτό είναι λάθος γιατί το φρούριο δεν είχε κτισθεί ακόμη το 1191, όταν ο Ριχάρδος βρισκόταν στην Κύπρο. Αντίθετα, οι πηγές αναφέρουν ότι οι γάμοι του Άγγλου βασιλιά είχαν γίνει στη μικρή εκκλησία του Αγίου Γεωργίου, που δε σώζεται πλέον.
Σήμερα, H Λεμεσός είναι η δεύτερη μεγαλύτερη πόλη της Κύπρου και η νοτιότερη της Ευρώπης. Ο πληθυσμός της ανέρχεται στους 100.952 κατοίκους εντός των δημοτικών ορίων και στους περίπου 180.000 στην ευρύτερη αστική περιοχή. Γνωστή ανάμεσα στις πόλεις τις Κύπρου για την πλούσια νυχτερινή ζωή της και την πολιτιστική της παράδοση, η Λεμεσός είναι επίσης το μεγαλύτερο λιμάνι του νησιού κι ένα από τα μεγαλύτερα της Ανατολικής Μεσογείου.Η Λεμεσός είναι σχετικά νεότερη πόλη, αν και στην περιοχή της βρέθηκαν ίχνη που μαρτυρούν ότι την κατοικούσαν από τα αρχαιότατα χρόνια. Βρίσκεται στο νοτιότερο τμήμα της Κύπρου, χτισμένη αμφιθεατρικά πάνω στο Κόλπο Ακρωτηρίου, μεταξύ δύο αρχαίων πόλεων: της Αμαθούντας στα ανατολικά, και του Κουρίου στα δυτικά. Η ανάπτυξη της πόλης αναχαιτίζεται από τις Βρετανικές Στρατιωτικές Βάσεις στα δυτικά, έτσι η πόλη εξαπλώνεται προς τα ανατολικά, με αμμώδεις παραλίες κατά μήκος του παραλιακού της μετώπου.
Η Λεμεσός έχει πολλά αξιοθέατα. Αρχικά, υπάρχει η  αρχαία πόλη του Κουρίου που  βρίσκεται πολύ κοντά στην πόλη της Λεμεσού. Υπάρχουν ευρήματα που τοποθετούν την ανθρώπινη παρουσία από τον 8ο αιώνα π.Χ.. Το σημαντικότερο μνημείο της παλιάς πόλης είναι το Ιερό του Απόλλωνα Υλάτη, ναός αφιερωμένος στο θεό Απόλλωνα, προστάτη των δασών. Ο ναός πέρασε διάφορες περιόδους ακμής κατά την αρχαϊκή και ρωμαϊκή περίοδο, γεγονός που αποδεικνύεται από σχετικά ευρήματα. Επίσης, πολύ κοντά στον αρχαίο ναό αλλά και τη Λεμεσό, θα βρείτε το αρχαίο της θέατρο, αρχικά χωρητικότητας 3.500 θεατών, που όμως με τα χρόνια γνώρισε επεκτάσεις και τροποποιήσεις, καθώς εκτός από θέατρο, βρέθηκε να χρησιμοποιείται και για θηριομαχίες.Επιπλέον υπάρχει το  κάστρο της Λεμεσού το  οποίο βρίσκεται στην παλιά πόλη της. Θεωρείται ότι είναι τμήμα ενός μεγαλύτερου κάστρου που όμως δε σώζεται. Μέσα στα χρόνια δέχτηκε πολλές επιθέσεις από επίδοξους εισβολείς στη Λεμεσό, αν και η καταστροφή του συνέβη από μεγάλους σεισμούς το 1567 και 1568. Σύμφωνα με την παράδοση, το 1911 στο κάστρο παντρεύτηκε ο Ριχάρδος ο Λεοντόκαρδος τη Βερεγγάρια της Ναβάρρας και την έστεψε Βασίλισσα της Αγγλίας. Σήμερα μέσα στο κάστρο στεγάζεται το Μεσαιωνικό Μουσείο της Κύπρου. Τέλος,υπάρχουν τα λουτρά της Αμαθούντας που βρίσκονται βορειοανατολικά της Λεμεσού. Πρόκειται για Ελληνιστικά και Ρωμαϊκά λουτρά, με δεξαμενές και αίθουσες για κρύο αλλά και ζεστό λουτρό, καθώς επίσης χώρους με παλαίστρες για εκγύμναση και, πιθανώς, αγώνες των λουομένων. Ο χώρος είναι επισκέψιμος όλο το χρόνο και υπάρχουν ποδηλατικές διαδρομές από τη Λεμεσό για τον αρχαιολογικό χώρο για τους λάτρεις της φύσης και του ποδηλάτου.





Κυριακή 22 Μαρτίου 2015

Μια πρώτη γνωριμία με την Πάφο


Η Πάφος είναι πόλη στο νοτιοδυτικό τμήμα της Κύπρου, πρωτεύουσα της ομώνυμης επαρχίας και ένα από τα πιο σημαντικά αρχαία βασίλεια της νήσου. Μεταξύ άλλων, ήταν διάσημο και ως κέντρο λατρείας της θεάς Αφροδίτης. Η πόλη χωρίζεται σε δύο επίπεδα: Στην Πάφο, γνωστή και ως Κτήμα που είναι το εμπορικό κέντρο της πόλης και την Κάτω Πάφο πού βρίσκεται χαμηλότερα και παραλιακά και είναι ο κατ' εξοχήν τουριστικός προορισμός του νησιού.

Η πόλη της Πάφου έχει μιαν αξιόλογη ιστορία 2.300 χρόνων, μέσα από την οποία απέκτησε μια σπάνια πολιτιστική κληρονομιά και βέβαια μιαν εξέχουσα θέση στην ιστορία και τον πολιτισμό της Κύπρου.

Η αρχαία πόλη της Πάφου, η Νέα Πάφος όπως ονομαζόταν, ιδρύθηκε στα τέλη του 4ου αιώνα π.Χ. από τον Νικοκλή, τον τελευταίο βασιλέα της Παλαιπάφου Η Παλαίπαφος ήταν ένα από τα πιο γνωστά μέρη προσκυνήματος του αρχαίου ελληνικού κόσμου και μια από τις πόλεις-βασίλεια της αρχαίας Κύπρου. Εκεί βρίσκονται τα ερείπια του περίφημου ιερού της Αφροδίτης, που χρονολογείται στο 12ο αιώνα π.Χ. Περισσότερο από κάθε άλλη περιοχή του Ελληνισμού, η Πάφος συνδέεται με τη λατρεία της θεάς του έρωτα και της ομορφιάς, που σύμφωνα με τη μυθολογία γεννήθηκε από τον αφρό των κυμάτων. Ο Νικοκλής τείχισε τη νέα πόλη και σημαντικά κατάλοιπα αυτών των οχυρωματικών έργων διασώζονται μέχρι και σήμερα. Ένα από τα πιο σημαντικά στοιχεία της υποδομής της πόλης φαίνεται ότι ήταν το Ελληνιστικό Θέατρο, το οποίο είχε χωρητικότητα 7.000 περίπου θεατών και είναι το μεγαλύτερο στο είδος του που βρέθηκε ποτέ στην Κύπρο. Οι Πτολεμαίοι και οι Ελληνο-Μακεδόνες ηγεμόνες της Αιγύπτου ,κυβέρνησαν την Κύπρο από τις αρχές του 3ου αιώνα π.Χ. μέχρι τα μέσα του 1ου αιώνα π.Χ., όπου τότε το νησί καταλήφθηκε από τους Ρωμαίους. Οι Πτολεμαίοι βασιλείς έδωσαν ιδιαίτερη σημασία στην ανάπτυξη της Νέας Πάφου, η οποία σε σύντομο χρονικό διάστημα έγινε σημαντικό κέντρο με διεθνή προβολή. Τέτοια ήταν η σημασία που απέκτησε, ώστε στα τέλη του 2ου αιώνα π.Χ. μεταφέρθηκε εκεί η πρωτεύουσα ολόκληρης της Κύπρου. Το πιο εντυπωσιακό παράδειγμα αρχιτεκτονικής στην πόλη, που αντικατοπτρίζει τον πλούτο και τον υψηλό βαθμό τέχνης και τεχνογνωσίας στον οποίο είχε φθάσει η ελληνιστική Πάφος, είναι οι λεγόμενοι “Τάφοι των Βασιλέων” .


Γύρω στο 330 μ.Χ., η Κύπρος γίνεται τμήμα της Ανατολικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας (Βυζαντινής). Στο πρώτο μισό του 4ου αιώνα μ.Χ., η Πάφος πλήττεται από καταστροφικούς σεισμούς και ερημώνεται. Η πρωτεύουσα μεταφέρεται στη Σαλαμίνα, κοντά στη σημερινή Αμμόχωστο. Στη διάρκεια της βυζαντινής κυριαρχίας, η οποία συνεχίστηκε με διαλείμματα μέχρι το 1191, η Πάφος απέκτησε πολλές και ωραίες εκκλησίες. Από τα μέσα του 10ου αιώνα, η πόλη αρχίζει να ανακτά μέρος της παλιάς της αίγλης.

Η πολύ μεγάλη πολιτιστική κληρονομιά που άφησαν στην πόλη και την περιοχή της Πάφου τα 4000 σχεδόν χρόνια ύπαρξής της, κατέστησαν την Πάφο ουσιαστικά ένα μεγάλο, ανοικτό μουσείο. Για αυτό τον λόγο η UNESCO πρόσθεσε απλά ολόκληρη την πόλη στον κατάλογο παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς της. Πραγματικός θησαυρός θεωρούνται τα ψηφιδωτά που βρέθηκαν μετά από ανασκαφές στην Κάτω Πάφο, στην Οικία του Διονύσου, την Οικία του Αιώνος και την Οικία του Θησέως, και τα οποία διατηρήθηκαν σε πάρα πολύ καλή κατάσταση κάτω από την γη για 16 αιώνες μέχρι την τυχαία ανακάλυψή τους τα τελευταία χρόνια και η αποκάλυψή τους μετά από πολύχρονες ανασκαφές.


Στην ίδια περιοχή βρίσκονται και οι Τάφοι των Βασιλέων, που πιστεύεται ότι αποτελούν νεκροταφείο πλούσιων κατά την Ρωμαϊκή εποχή. Οι τάφοι χρονολογούνται από τον 4ο αιώνα. Επίσης η στήλη του Αποστόλου Παύλου, οπού ο Απόστολος βασανίστηκε και μαστιγώθηκε με «σαράντα παρά μία» ως τιμωρία για την εισαγωγή «καινών δαιμονίων» στον τόπο κατά την Ιεραποστολική του δράση. Στην ίδια περιοχή βρίσκονται, κάτω από την επιφάνεια της γης οι κατακόμβες της Αγίας Σολομωνής και του Αγ. Λαμπριανού όπου γίνονταν οι πρώτες θρησκευτικές τελετές από τους Χριστιανούς όταν διώκονταν.


Επίσης στην ευρύτερη περιοχή των ψηφιδωτών βρίσκονται και τρία αρχαία θέατρα από τα οποία διατηρούνται μόνο τα δύο, το γνωστότερο από τα οποία είναι το «Αρχαίο Ωδείο» της Πάφου.


Πιο σύγχρονα μνημεία όπως το κάστρο «Σαράντα Κολώνες» απομεινάρι της εποχής των Λουζινιανών, όπως και το σήμα κατατεθέν της Πάφου, το περίφημο κάστρο που βρίσκεται στο λιμανάκι της Πάφου.


 Νικολέτα Φιλελέ
Άννα Συμπερά
Ελένη Σκολαρίκου
Χριστίνα Κοτσώνη

Ρωμαίος κι Ιουλιέτα

Κινηματογραφική ομάδα

Ρωμαίος κι Ιουλιέτα



Verona Beach, κάπου στην Αμερική του σήμερα... Δύο είναι οι μεγάλες και ισχυρές οικογένειες της πόλης: οι Μοντέγοι και οι Καπουλέτοι. Ένα άσβεστο μίσος υπάρχει ανάμεσα στους δύο αρχηγούς των οικογενειών, ένα μίσος που έχει περάσει και στις νεώτερες γενιές. Όταν προκύψει ένα φλογερό ειδύλλιο ανάμεσα στην Ιουλιέτα (Claire Danes) την μοναχοκόρη του Καπουλέτου και τον Ρωμαίο (Leonardo DiCaprio) τον μοναχογιό του Μοντέγου, η πόλη της Verona θα μετατραπεί σε κόλαση...


Σκηνοθεσία: Baz Luhrmann
Πρωταγωνιστούν: Leonardo DiCaprio, Claire Danes, John Leguizamo, Harold Perrineau, Pete Postlethwaite, Paul Sorvino




Το κάστρο των ιπποτών


Το κάστρο του Κολοσσίου βρίσκεται στο χωριό Κολόσσι, 11 χιλιόμετρα δυτικά της Λεμεσού. Χτίστηκε τον 15ο αιώνα στα ερείπια ενός παλιότερου φρουρίου που χρονολογείται από τις αρχές του 13ου αιώνα. Μερικά από αυτά τα ερείπια είναι ακόμα ορατά στα ανατολικά του σημερινού κάστρου. Το κάστρο ανήκε στους Ιππότες του Αγίου Ιωάννη της Ιερουσαλήμ και ήταν η έδρα των πιο σημαντικών Διοικήσεων που τους ανήκαν. Το 14ο αιώνα, για ένα χρονικό διάστημα, περιήλθε στον έλεγχο των Ναϊτών Ιπποτών.

Το κάστρο είναι 21 μέτρων ύψους, τετράγωνο και με τρεις ορόφους. Το ισόγειο χωρίζεται σε τρία μέρη και πρέπει να χρησίμευε για αποθηκευτικός χώρος. Στο μέσο της ανατολικής πλευράς υπάρχει μια πέτρινη σκάλα που οδηγεί πρώτα στο δεύτερο όροφο, όπου πιθανόν να βρισκόταν η κουζίνα και μετά στον τρίτο όροφο. Ο τρίτος όροφος ήταν χωρισμένος σε δύο μεγάλες αίθουσες και ήταν το «σπίτι» των Διοικητών. Στα νότια του κάστρου υπάρχει μια αυλή περιτριγυρισμένη από τείχη και τα ερείπια ενός βοηθητικού κτηρίου, μάλλον στάβλου ή αποθήκης. Στην νοτιοδυτική γωνία του κτηρίου υπήρχε μια είσοδος, προστατευμένη από έναν κυκλικό πύργο. Εγκαταστάσεις εργαστηρίου επεξεργασίας ζαχαροκάλαμου βρέθηκαν στα ανατολικά του κάστρου.

Το κάστρο κτίστηκε αρχικά στα 1210 από τους Ιωαννίτες ιππότες και ήταν έδρα της ανώτατης στρατιωτικής διοίκησης του νησιού. Στα 1306 περιήλθε για ένα σύντομο διάστημα στην κατοχή των Ναϊτών, οι οποίοι υποστήριξαν τον σφετεριστή του θρόνου της Κύπρου, Αμάλριχο της Τύρου. Μετά την κατάργηση του Τάγματος των Ναϊτών στα 1313, ο Πύργος επανήλθε στα χέρια των Ιωαννιτών, για να καταστραφεί στα 1426 από τις επιδρομές των Μαμελούκων της Αιγύπτου. Πάνω στα ερείπια του κατεστραμμένου πύργου κτίστηκε στα 1454 ο υφιστάμενος, από τον μάγιστρο του Τάγματος των Ιωαννιτών, Louis de Magnac. Το οικόσημό του εμφανίζεται μαζί με τα οικόσημα του Βασιλείου της Κύπρου στην ανατολική εξωτερική πλευρά του Πύργου, γεγονός που υπενθυμίζει ότι όλα τα οχυρωματικά έργα ανήκαν στο Ρήγα της Κύπρου και κανένας άλλος δεν είχε δικαίωμα να κατέχει πύργους.

               http://www.aboutcyprus.org.cy

Πάνος Κακαβάς
Σπύρος Κυπριώτης
Γρηγόρης Σαλπέας






Η καρτεσιανή μέθοδος (του Κώστα Κοτίδη)



Αρχιεπίσκοπος Μακάριος


Ο Αρχιεπίσκοπος Μακάριος Γ’ γεννήθηκε στις 13 Αυγούστου 1913 στο χωριό Άνω Παναγιά της Πάφου. Γονείς του ήταν ο Χριστόδουλος Μούσκος και η Ελένη Αθανασίου. Σε νεαρή ηλικία πήγε στη Μονή Κύκκου όπου και προσελήφθη ως δόκιμος. Στις 7 Αυγούστου 1938 χειροτονήθηκε Διάκονος και μετονομάστηκε από Μιχάλης σε Μακάριο. Τον ίδιο χρόνο στάλθηκε ως υπότροφος της Μονής Κύκκου στην Αθήνα για θεολογικές σπουδές στο Εθνικό Πανεπιστήμιο. Αφού αποφοίτησε το 1942 από τη Θεολογική Σχολή, φοίτησε στη Νομική Σχολή όπου παρακολουθούσε μαθήματα μέχρι την απελευθέρωση της Ελλάδας από τη Γερμανική κατοχή οπότε και επέστρεψε στην Κύπρο για μικρό χρονικό διάστημα. Το 1946 του δόθηκε υποτροφία από το Παγκόσμιο Συμβούλιο Εκκλησιών και πήγε στις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής για περαιτέρω θεολογικές σπουδές. Παρακολούθησε για δυο χρόνια μαθήματα στο Πανεπιστήμιο της Βοστώνης με ειδίκευση στην Κοινωνιολογία της θρησκείας. Στις 8 Απριλίου 1948 εκλέχτηκε Μητροπολίτης Κιτίου και στις 13 Ιουνίου χειροτονήθηκε Επίσκοπος. Η δράση του ως Μητροπολίτη Κιτίου ήταν εξαιρετικά γόνιμη, αφού ανακαίνισε τη Μητρόπολη στη Λάρνακα, βελτίωσε την οικονομική κατάσταση του κλήρου, ίδρυσε Φιλόπτωχες Αδελφότητες και αναπτέρωσε το ηθικό του εξουθενωμένου λαού.  Ως Πρόεδρος του Γραφείου Εθναρχίας, πήγε το 1949 στην Ελλάδα όπου είχε συνομιλίες με τον Βασιλιά, τον Πρωθυπουργό και άλλους επισήμους, για το Κυπριακό πρόβλημα. Μετά από εισήγησή του, η Ιερά Σύνοδος της Εκκλησίας της Κύπρου οργάνωσε στις 15 Ιανουαρίου 1950 Παγκύπριο δημοψήφισμα κατά το οποίο 97% του Ελληνικού Κυπριακού πληθυσμού ψήφισαν υπέρ της ένωσης της Κύπρου με την Ελλάδα.

Στις 20 Οκτωβρίου 1950 εκλέχτηκε Αρχιεπίσκοπος. Αμέσως μετά την εκλογή του ως Αρχιεπισκόπου, ίδρυσε την Παγκύπρια Εθνική Οργάνωση Νεολαίας. Αργότερα επισκέφτηκε και πάλι την Αθήνα, όπου προσπάθησε να πείσει την Ελληνική Κυβέρνηση να προσφύγει στον Οργανισμό Ηνωμένων Εθνών για το Κυπριακό ζήτημα. Επιστρέφοντας στην Κύπρο υπέβαλε διαμαρτυρία στην Επιτροπή μη αυτοκυβερνωμένων εδαφών των Ηνωμένων Εθνών για την παράλειψη της Μ. Βρετανίας να υποβάλει έκθεση για την πολιτική κατάσταση στην Κύπρο. Τον Οκτώβριο του 1952 πήγε στη Νέα Υόρκη, όπου συγκροτήθηκε η Ζ΄ Σύνοδος της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ, για να προωθήσει το Κυπριακό ζήτημα σε διεθνές Επίπεδο. Ερχόμενος πίσω στην Κύπρο απηύθυνε επιστολή στον Κυβερνήτη ζητώντας του την προώθηση της εφαρμογής του δικαιώματος αυτοδιάθεσης. Η απάντηση του Κυβερνήτη ήταν αρνητική και ο Αρχιεπίσκοπος επέκρινε την πολιτική της Μεγάλης Βρετανίας στην Κύπρο. Τον Αύγουστο του 1953 απηύθυνε αίτηση προς το Γενικό Γραμματέα του ΟΗΕ για να περιληφθεί στην ημερήσια διάταξη της Η΄ Συνόδου της Γενικής Συνέλευσης του Οργανισμού θέμα εφαρμογής του δικαιώματος αυτοδιάθεσης του Κυπριακού λαού. Στις 9 Μαρτίου 1956 εξορίστηκε στις Σεϊχέλες, αφού οι συνομιλίες που είχε με τον Κυβερνήτη για το μέλλον της Κύπρου δεν κατέληξαν σε συμφωνία. Αφού αφέθηκε ελεύθερος, μετά από ένα περίπου χρόνο, η Βρετανική Κυβέρνηση τον κάλεσε στο Λονδίνο, όπου και υπογράφηκε η Συμφωνία του Λονδίνου, που ήταν η συνέχεια της Συμφωνίας της Ζυρίχης. Με τις Συμφωνίες αυτές η Κύπρος θα ανακηρυσσόταν ανεξάρτητη Δημοκρατία. Στις 16 Αυγούστου 1960 η Κύπρος ανακηρύχθηκε ανεξάρτητη Δημοκρατία και ο Μακάριος ανέλαβε καθήκοντα προέδρου, αφού κέρδισε τις εκλογές στις 13 Δεκεμβρίου 1959, με ποσοστό 66.29%

Το Φεβρουάριο του 1968 ο Μακάριος επανεκλέχθηκε Πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας. Στις 8 Μαρτίου 1970 έγινε δολοφονική απόπειρα εναντίον του Μακαρίου, ο οποίος επέβαινε ελικοπτέρου, που θα τον μετέφερε στην ιερά Μονή Μαχαιρά για το μνημόσυνο του Υπαρχηγού της ΕΟΚΑ Γρηγόρη Αυξεντίου. Ο Μακάριος δεν έπαθε τίποτε, αλλά τραυματίσθηκε ο χειριστής του ελικοπτέρου, ο οποίος κατόρθωσε να το προσγειώσει σε οικόπεδο κοντά στην Αρχιεπισκοπή. Το Φεβρουάριο του 1973 ο Μακάριος επανεξελέγη για τρίτη φορά Πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας. Την 7η Μαρτίου του ιδίου έτους οι τρεις Μητροπολίτες της Κύπρου αποφάσισαν «την καθαίρεσιν του Αρχιεπισκόπου Μακαρίου Γ’ από του Επισκοπικού και κληρικού καθόλου αξιώματος και την επαναφοράν τούτου εις την τάξιν των λαϊκών», διότι δεν ανταποκρίθηκε στην απαίτηση τους να παραιτηθεί του Προεδρικού αξιώματος. Η πράξη αυτή των τριών Μητροπολιτών καταδικάσθηκε από το λαό και δεν αναγνωρίσθηκε από τους Αρχηγούς των Ορθοδόξων Εκκλησιών. 

Στις 15 Ιουλίου του 1974 το στρατιωτικό καθεστώς των Αθηνών διενήργησε πραξικόπημα για την ανατροπή του Μακαρίου. Ο Μακάριος σώθηκε ως εκ θαύματος κι αναχώρησε την επομένη, μέσω Μάλτας, στη Βρετανία και από εκεί στις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής, όπου και μίλησε ενώπιον του Συμβουλίου Ασφαλείας. Στις 20 Ιουλίου του ιδίου έτους, η Τουρκία χρησιμοποιώντας ως πρόσχημα το πραξικόπημα, εισέβαλε στην Κύπρο και κατέλαβε το 36% περίπου του εδάφους της Κυπριακής Δημοκρατίας, εκδίωξε το 28% περίπου των Ελληνοκυπρίων από τις πατρογονικές τους εστίες, σκότωσε αμάχους και προκάλεσε τεράστιες καταστροφές. Ο Μακάριος απεβίωσε στις 3 Αυγούστου του 1977. Ανακηρύχθηκε επίτιμος διδάκτωρ των Θεολογικών Σχολών των Πανεπιστημίων της Βοστώνης και της Αθήνας, των Νομικών Σχολών των Πανεπιστημίων Κεράλα των Ινδιών, Θεσσαλονίκης, Μπογκοτά της Κολομβίας και Μάλτας και της Παντείου Ανωτάτης Σχολής Πολιτικών Επιστημών. Επίσης τιμήθηκε με τα ανώτερα παράσημα των πλείστων Εκκλησιών και Κρατών και με τα χρυσά μετάλλια Ελληνικών και ξένων Δήμων.

Σπύρος Αντύπας
Θανάσης Αποστολίδης
Γιώργος Σχοινάς